ΓΝΜΔ 1364/19.6.2015

ΧΑΡΗΣ Τ. ΠΟΛΙΤΗΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΣΕ Α.Π., Σ.τ.Ε., Δρ. ΙΑΤΡΙΚΗΣ Ε.Κ.Π.Α.

ΕΠΙΣΚ. ΚΑΘ. ΙΑΤΡ. ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΥΡ. ΠΑΝ. ΚΥΠΡΟΥ

ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ 15, 15451 Ν. ΨΥΧΙΚΟ, ΑΘΗΝΑ

ΤΗΛ.: (210) 6756732, FAX: (210) 6729207, email: chpolitis@gmail.com

                            

 

 

                            

Αθήνα, 19.6.2015

Προς

Κύριο Μιχάλη Βλασταράκο

Πρόεδρο Π.Ι.Σ.

Πλουτάρχου 3

10675 Αθήνα

 

Μέλη Δ.Σ. Π.Ι.Σ.

 

 

ΓΝΜΔ 1364/19.6.2015

ΣΧΕΤ.  Το με αρ. πρωτ. 1407/15.6.2015 έγγραφο ΠΙΣ.

Το με αρ. πρωτ. 349/9.6.2015 (ΑΠ ΠΙΣ: 1350/9.6.2015) έγγραφο Ιατρικού Συλλόγου Ροδόπης.

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

 

Ο ΠΙΣ με το υπ’ αρ. πρωτ. 1407/15.6.2015 έγγραφό του, μας διαβιβάζει έγγραφο του Ιατρικού Συλλόγου Ροδόπης με αρ. πρωτ. 349/9.6.2015 (ΑΠ ΠΙΣ: 1350/9.6.2015), και ζητεί τη γνωμοδότησή μας.

                    Στο με αρ. πρωτ. 349/9.6.2015 (ΑΠ ΠΙΣ: 1350/9.6.2015) έγγραφο του Ιατρικού Συλλόγου Ροδόπης αναφέρονται τα εξής:

«ΘΕΜΑ: «Απάντηση σε ερώτημα»

Σας ερωτούμε κατά πόσο πρέπει ένας ιατρός μέλος ή μη του Συλλόγου που επιθυμεί να πραγματοποιήσει ομιλία ιατρικού περιεχομένου να παίρνει την ανάλογη έγκριση από τον Ιατρικό Σύλλογο του νομού στον οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η ομιλία».

 

Σύμφωνα με Α. Γ. Ράικο, Συνταγματικό Δίκαιο – Θεμελιώδη Δικαιώματα, Τόμ. Β’, 3η έκδ., 2008, σ. 346-359, αναγράφονται τα εξής:

«III. Το περιεχόμενο του γενικού θεμελιώδους δικαιώματος

1. Το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας.- α) Το περιεχόμενο του δικαιώματος γενικά. Το περιεχόμενο του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας αμφισβητείται στη Γερμανία. Υποστηρίζονται σχετικά δύο γνώμες. Η μια γνώμη δέχεται μια στενή έννοια της ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας και, συγκεκριμένα, περιορίζει αυτή στην ανάπτυξη του πυρήνα εκείνου της προσωπικότητας, ο οποίος αποτελεί την ουσία του ανθρώπου ως πνευματικο-ηθικού προσώπου («Persönlichkeitskemtheorie»). Η άλλη γνώμη υποστηρίζει αντίθετα την ευρεία έννοια της ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας και, ειδικότερα, θεωρεί αυτή ως τη γενική ελευθερία δράσεως («die allgemeine Handlungsfreiheit»), Με άλλες λέξεις, η δεύτερη γνώμη θεωρεί την ελευθερία αυτή ως την ελευθερία δράσεως σ’ όλους τους βιοτικούς τομείς. Οι σπουδαιότεροι υποστηρικτές της ευρείας έννοιας της ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας είναι οι G. Dürig και H. C. Nipperdey. Η γνώμη αυτή επικράτησε ήδη στην επιστήμη. Την ίδια γνώμη υιοθέτησε και η πάγια νομολογία του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Ειδικότερα, το Δικαστήριο αυτό νομολόγησε τα ακόλουθα: «Ο Θεμελιώδης Νόμος δεν μπορεί με την «ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας» να έχει εννοήσει μόνο την ανάπτυξη μέσα στον πυρήνα εκείνο της προσωπικότητας, ο οποίος συνιστά την ουσία του ανθρώπου ως πνευματικο-ηθικού προσώπου- γιατί θα ήταν ακατανόητο πώς η ανάπτυξη μέσα στον πυρήνα αυτό θα μπορούσε να παραβιάζει τον ηθικό νόμο, τα δικαιώματα άλλων ή προπάντων τη συνταγματική τάξη μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ακριβώς οι περιορισμοί αυτοί, οι οποίοι επιβάλλονται στο άτομο ως μέλος της κοινωνίας, δείχνουν αντίθετα, ότι ο Θεμελιώδης Νόμος στο άρθρ. 2 § 1 εννοεί την ελευθερία δράσεως υπό την ευρεία έννοια… Νομικά αυτό είναι ένα αυτοτελές θεμελιώδες δικαίωμα, που κατοχυρώνει τη γενική ανθρώπινη ελευθερία δράσεως. Δεν ήταν νομικοί αλλά φραστικοί οι λόγοι, που παρακίνησαν το νομοθέτη ν’ αντικαταστήσει την αρχική διατύπωση «Καθένας μπορεί να κάνει και να παραλείπει ό,τι θέλει» με τη σημερινή». Έτσι, κατά την κρατούσα και ορθότερη γνώμη η ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας περιλαμβάνει τη δράση του ατόμου τόσο στο μη οικονομικό όσο και στο οικονομικό πεδίο. Ειδικότερα, από την ελευθερία αυτή συνάγεται και η οικονομική ελευθερία υπό όλες τις μορφές αυτής, οι οποίες δεν προστατεύονται ρητά από τις ειδικές διατάξεις του Θεμελιώδους Νόμου.

Η διάταξη του άρθρ. 5 § 1 του ελληνικού Συντάγματος, η οποία υιοθέτησε αμετάβλητη τη διάταξη του άρθρ. 2 § 1 του γερμανικού Συντάγματος, κατοχυρώνει βέβαια κατ’ αρχήν την ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας υπό την ίδια έννοια, που δέχεται η κρατούσα στη Γερμανία γνώμη. Ωστόσο, η διάταξη του Συντάγματος μας προστατεύει την ελευθερία αυτή υπό στενότερη έννοια σε σύγκριση με τη γερμανική διάταξη. Γιατί η ελληνική διάταξη κατοχυρώνει συγχρόνως ρητά υπό την επιρροή του ιταλικού Συντάγματος και τα δικαιώματα της συμμετοχής στην κοινωνική και οικονομική ζωή, που αποτελούν δύο μορφές της ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας. Έτσι, η κοινωνική και η οικονομική ελευθερία προστατεύονται αυτοτελώς από την ελληνική διάταξη και δε συνάγονται, όπως στη Γερμανία, από την ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας. Για το λόγο αυτό δεν τίθεται υπό το Σύνταγμά μας το ζήτημα, που συζητήθηκε στη Γερμανία και εκτέθηκε πιο πάνω, αφού η οικονομική ελευθερία, την οποία αφορούσε κυρίως το ζήτημα αυτό, κατοχυρώνεται ρητά από την ίδια διάταξή του, η οποία προστατεύει και την ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας. Κατ’ ακολουθία, η ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας δεν περιλαμβάνει σε μας τη δράση του ατόμου στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο.

Η ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας είναι το δικαίωμα αυτοδιαθέσεως του ατόμου. Με άλλα λόγια, η ελευθερία αυτή είναι το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να προγραμματίζει και διαμορφώνει τη ζωή του σύμφωνα με τις κλίσεις, τις ικανότητες, τα ενδιαφέροντα και τις κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις αυτού. Το άτομο υπόκειται εν προκειμένω μόνο στους περιορισμούς, οι οποίοι καθορίζονται από τη διάταξη του άρθρ. 5 § 1 του Συντάγματος. Οποιαδήποτε σχετική επέμβαση των φορέων δημόσιας εξουσίας είναι ανεπίτρεπτη. Απολύτως ασυμβίβαστη με την εν λόγω ελευθερία είναι ιδίως η καθιέρωση από το Κράτος επιτακτικών ή και απλώς κατευθυντήριων αρχών, οι οποίες ρυθμίζουν την ανάπτυξη της προσωπικότητας των ατόμων και αποβλέπουν στη δημιουργία ενός ενιαίου τύπου προσωπικότητας αυτών. Πράγματι, η διάταξη του άρθρ. 5 § 1 του Συντάγματος κατοχυρώνει το δικαίωμα κάθε ανθρώπου ν’ αναπτύσσει ελεύθερα την ατομική (ιδιαίτερη) προσωπικότητά του («Καθένας… την προσωπικότητά του») κι έτσι απαγορεύει την κρατική επιβολή ενός ορισμένου τύπου προσωπικότητας. Συνεπώς, η διάταξη απαγορεύει την κολλεκτιβοποίηση των ατόμων. Υπό την έννοια αυτή ερμηνεύεται και η αντίστοιχη διάταξη του γερμανικού Συντάγματος, η οποία δικαιολογείται με τις ανατριχιαστικές εμπειρίες από την εποχή του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος και θεωρείται ως μια σκόπιμη στροφή από την κολλεκτιβιστική ιδεολογία αυτού, που οδηγεί αναγκαστικά στην «αποπροσωποποίηση» («Entpersönlichung») του ανθρώπου και τη «μαζοποίηση» («Vermassung»). Εξάλλου, η διάταξη απαγορεύει τη θέσπιση από το Κράτος επιζήμιων συνεπειών για το άτομο εξαιτίας οποιασδήποτε πράξεώς του, η οποία αναφέρεται στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του και βρίσκεται μέσα στα από αυτή καθοριζόμενα όρια. Η διάταξη χρησιμοποιεί πρόδηλα τον όρο «προσωπικότητα» υπό την έννοια του «προσώπου» όχι απλώς ως υποκειμένου δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (άρθρ. 34 Α.Κ.) αλλ’ ως έλλογου και συνειδητού όντος. Είναι αυτονόητο, ότι η διάταξη παρά τη διατύπωσή της («να αναπτύσσει») κατοχυρώνει όχι μόνο την ελευθερία δράσεως , αλλά και την ελευθερία απραξίας του ατόμου».

 

Επίσης, σύμφωνα με Π. Δ. Δαγτόγλου, Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, 4η έκδ., 2012, σ. 1124-1132, αναγράφονται τα εξής:

«Κεφάλαιο δεύτερο

Ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας

(Άρθρο 5 παρ. 1 Συντ.)

Προλεγόμενα

Εκτός από τις ειδικές διατάξεις για την προστασία των επιμέρους 1455 ελευθεριών το Σύνταγμα περιέχει μια γενική κατοχύρωση της αναπτύξεως της ανθρώπινης προσωπικότητας. Κατά το άρθρο 5 παρ. 1, «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά τον και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα η τα χρηστά ήθη».

I. Περιεχόμενο

1456. 1. Η διάταξη αύτη έχει επικουρική εφαρμογή. Εφαρμόζεται δηλαδή μόνον όπου το Σύνταγμα δεν περιέχει ειδικές διατάξεις. Η ταυτόχρονη επίκλησή της μαζί με ειδικές συνταγματικές διατάξεις (όπως γίνεται όχι σπάνια στη νομολογία) είναι ερμηνευτικά περιττή και επομένως εσφαλμένη.

Η κατά το άρθρο 5 παρ. 1 κατοχύρωση της ελεύθερης αναπτύξεως της προσωπικότητας, σε συνδυασμό με την προστασία της αξίας και αξιοπρέπειας του ανθρώπου, προστατεύουν πλευρές της ανθρώπινης προσωπικότητας πού δεν αναφέρονται στις επόμενες ειδικότερες εγγυήσεις των ατομικών δικαιωμάτων (γενικό δικαίωμα προσωπικότητας).

Η προσωπική τιμή όμως, που αναφέρεται ως παράδειγμα στη γερμανική επιστήμη, προστατεύεται ρητώς στην επόμενη παρ. 2 του ιδίου άρθρου 5 του ελληνικού συντάγματος. Η ελευθερία επιλογής συζύγου και συνάψεως γάμου (κατά την έννοια του Αστικού Κώδικα), πού δεν κατοχυρώνεται πουθενά ρητώς στο Σύνταγμα ούτε προϋποτίθεται λογικά από την προστασία του γάμου στο άρθρο 21 παρ. 1, απορρέει από τη γενική κατοχύρωση της ελευθερίας στο άρθρο 5 παρ. 1. Επίσης διάφορα άλλα ζητήματα, πού δεν μπορούν να αναχθούν στις ειδικές διατάξεις περί ατομικών δικαιωμάτων, πρέπει να αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο του άρθρου 5 παρ. 1: από την αλλαγή ονόματος ως την αλλαγή φύλου.

1457. 2. Το δικαίωμα του άρθρου 5 παρ. 1 περιλαμβάνει και το δικαίωμα της «πληροφορικής αυτοδιαθέσεως», την οποία τώρα κατοχυρώνει ρητώς το νέο άρθρο 5Α, πού πρόσθεσε ή αναθεώρηση του 2001. Το δικαίωμα αυτό σημαίνει την εξουσία του ατόμου να αποφασίζει κατ’ αρχήν το ίδιο για την αποκάλυψη, διάθεση και χρησιμοποίηση των προσωπικών του στοιχείων. Για τα θέματα της πληροφορικής αυτοδιαθέσεως και του δικαιώματος της πληροφορίας βλ. ανωτ. αρ. 500α και 644α.

…

1458. 3. Το άρθρο 5 παρ. 1 κατοχυρώνει το δικαίωμα του καθενός να αναπτύσσεται ως άνθρωπος. Η αναφορά στην «ανάπτυξη της προσωπικότητας» δεν σημαίνει ότι το Σύνταγμα προστατεύει μόνο εξυψωμένες εκφράσεις της ανθρώπινης ζωής ή μόνον όσους είναι «προσωπικότητες»· ούτε προστατεύει το Σύνταγμα μόνο την «ανάπτυξη» με την έννοια της προαγωγής ή βελτιώσεως της προσωπικότητας. Προσωπικότητα εδώ είναι απλώς η ιδιότητα του ανθρώπου ως προσώπου, ως έλλογου δηλαδή και εξατομικευμένου όντος. Η «ανάπτυξη της προσωπικότητας» κατά το άρθρο 5 παρ. 1 δεν αποτελεί επομένως ηθική κατηγορία ούτε έχει σχέση με την αγωγή ή την παιδεία και τους σκοπούς της, που ορίζει το Σύνταγμα στο άρθρο 16 παρ. 2.

Από την άλλη πλευρά, το άρθρο 5 παρ. 1 δεν περιορίζεται στην αναγνώριση της νομικής προσωπικότητας του ανθρώπου, την ιδιότητά του δηλαδή ως «υποκειμένου [και όχι αντικειμένου] δικαίου», ως φορέα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Η αναγνώριση αύτη εμπεριέχεται στη συνταγματική προστασία της αξίας του ανθρώπου, καθώς και ρητώς στο άρθρο 34 του Αστικού Κώδικα, και αποτελεί το θεμέλιο του ισχύοντος δικαιικού συστήματος.

Το άρθρο 5 παρ. 1 δεν αναφέρεται άλλωστε στην υπόσταση της προσωπικότητας (την οποία προϋποθέτει), αλλά στην ανάπτυξή της και μάλιστα με τη συμμετοχή «καθενός» στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Η διάταξη αυτή όμως περιορίζεται στην κατοχύρωση της ελευθερίας του ατόμου και όχι στην καθιέρωση κρατικής υποχρεώσεως προς παροχή, όπως άλλες συνταγματικές διατάξεις, π.χ. το άρθρο 16 παρ. 4 περί δωρεάν παιδείας και ενισχύσεως των σπουδαστών.

1459. 4. Ειδικότερα, ή ελευθερία συμμετοχής στην κοινωνική ζωή της χώρας περιλαμβάνει κάθε δραστηριότητα πού δεν είναι ούτε οικονομική ούτε πολιτική και δεν κατοχυρώνεται ειδικά από τις υπόλοιπες διατάξεις περί ατομικών δικαιωμάτων, όπως π.χ. το άρθρο 11 περί της ελευθερίας της συναθροίσεως, το άρθρο 12 περί της ελευθερίας της ενώσεως ή το άρθρο 13 περί της θρησκευτικής ελευθερίας.

…

1462. 7. Το άρθρο 5 παρ. 1 κατοχυρώνει τη γενική ελευθερία της συμμετοχής στη ζωή της χώρας. Με την ελευθερία αυτή είναι ασυμβίβαστα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που την παρακωλύουν. Το άρθρο 5 παρ. 1 δεν θεσπίζει όμως, όπως το ιταλικό Σύνταγμα, «καθήκον της δημοκρατίας να παραμερίσει όλα τα οικονομικά και κοινωνικά εμπόδια τα όποια, περιορίζοντας εκ των πραγμάτων την ελευθερία και την ισότητα των πολιτών, παρακωλύουν την πλήρη εξέλιξη του προσώπου του ανθρώπου και την αποτελεσματική συμμετοχή όλων των εργαζομένων στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική οργάνωση της χώρας». Το άρθρο 5 παρ. 1 κατοχυρώνει δηλαδή τη γενική ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας, χωρίς να θεσπίζει συγχρόνως μια γενική κοινωνική αξίωση, πού θα είχε άλλωστε αμφίβολη πρακτική αξία.

II. Φορείς. Πεδίο ισχύος

1463  1. Η ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας αναφέρεται κατά κύριο λόγο στα φυσικά πρόσωπα· σε πολλές περιπτώσεις είναι άλλωστε νοητή μόνο σε συσχετισμό με τα φυσικά πρόσωπα (π.χ. ελευθερία επιλογής συζύγου και συνάψεως γάμου). Ό άνθρωπος όμως αναπτύσσει την προσωπικότητά του και συμμετέχει στη ζωή της χώρας και συνιστώντας νομικά πρόσωπα και συμμετέχοντας σ’ αυτά. Το δικαίωμα του άρθρου 5 παρ. 1 δεν περιορίζεται λοιπόν στα φυσικά πρόσωπα αλλά, όπου αυτό είναι νοητό (όπως κυρίως στην συμμετοχή στην οικονομική ζωή), μπορεί να έχει ως φορείς και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Αντιθέτως, τα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου δεν είναι υποκείμενα του δικαιώματος, αλλά μόνο φορείς αρμοδιοτήτων.

Υποκείμενο του δικαιώματος είναι «καθένας», επομένως και οι αλλοδαποί και ανιθαγενείς (έστω και αν είναι παράνομοι μετανάστες).

1464. 2. Η ελευθερία του άρθρου 5 παρ. 1 νοείται, όπως όλα τα ατομικά δικαιώματα, έναντι του κράτους και των άλλων φορέων δημόσιας εξουσίας. Τις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών διέπει το αστικό και σε ακραίες περιπτώσεις το ποινικό δίκαιο. Δεδομένου μάλιστα ότι ή ελευθερία του άρθρου 5 παρ. 1 περιορίζεται και από «τα δικαιώματα των άλλων», που θεμελιώνονται όχι μόνο στο Σύνταγμα ως ατομικά δικαιώματα, αλλά και στους απλούς (αν και συνάδοντες με το Σύνταγμα) νόμους, αποκλείεται ρητώς από το Σύνταγμα η τριτενέργεια της ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας και συμμετοχής στη ζωή της χώρας.

III. Περιορισμοί

1465. 1.  Το δικαίωμα του άρθρου 5 παρ. 1 τελεί υπό τριπλό περιορισμό: ότι αυτός πού το ασκεί «δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα η τα χρηστά ήθη». Οι περιορισμοί αυτοί, πού υιοθετήθηκαν με μια μικρή παρέκκλιση από το γερμανικό σύνταγμα, αναπτύχθηκαν ήδη στο πλαίσιο της γενικής οικονομικής ελευθερίας (άρ. 1321α). Εδώ θα περιοριστούμε προπάντων στην αναφορά μερικών παραδειγμάτων αναπτύξεως της προσωπικότητας».

 

Σύμφωνα με Κ. Χρυσόγονο, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 3η έκδ., 2006, σ. 175-188, αναγράφονται τα εξής:

«Κεφάλαιο Δεύτερο

Προσωπική ελευθερία

§ 14. Η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας και συμμετοχής στη ζωή της χώρας

Α. Γενικό

α. Η νομική φύση της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 1 Συντ.

Η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 είναι η πρώτη από όσες κατοχυρώνουν την προσωπική ελευθερία με την ευρεία έννοια (άρθρα 5, 6, 7, 9 και 19 Συντ.). Εξάλλου αποτελεί μια από τις πιο αξιοσημείωτες καινοτομίες του ισχύοντος Συντάγματος, αφού αντίστοιχό της δεν υπήρχε στα προηγούμενα ελληνικά Συντάγματα. Αντίθετα προφανής είναι η ομοιότητά της προς το άρθρο 2 παρ. 1 του γερμανικού θεμελιώδη Νόμου του 1949 και, λιγότερο, προς το άρθρο 3 εδ. β’ του ιταλικού Συντάγματος του 1947.

Μια διάταξη με τόσο γενικό περιεχόμενο θα ήταν δυνατό, σε πρώτη ανάγνωση, να θεωρηθεί ότι απλώς διατυπώνει ρητά τον, ούτως ή άλλως αυτονόητο για κάθε συνταγματικό κράτος, κανόνα πως ό,τι δεν απαγορεύεται επιτρέπεται (πρβλ. παραπάνω, § 2, Α). θα μπορούσε έτσι να υποστηριχθεί ότι «με το άρθρο 5 παρ. 1 δεν θεσπίζεται ένα πρόσθετο αυτοτελές δημόσιο δικαίωμα, αλλά μία γενική αρχή, κατευθυντήρια για τον νομοθέτη, και ένας ερμηνευτικός κανόνας για τη διοίκηση και τα δικαστήρια». Ωστόσο η άποψη αυτή δεν ανταποκρίνεται προς τα νεότερα νομολογιακά δεδομένα. Τα ελληνικά δικαστήρια, ιδίως τα τελευταία χρόνια, τείνουν σταθερά πλέον να δέχονται ότι στο άρθρο 5 παρ. 1 Συντ. βρίσκει το κύριο, αν μη το αποκλειστικό, έρεισμά της η οικονομική γενικά και ειδικότερα η επαγγελματική ελευθερία, παράλληλα με διάφορες άλλες εκδηλώσεις της προσωπικότητας, οι οποίες δεν κατοχυρώνονται ρητά από τα επιμέρους συνταγματικά δικαιώματα. Πρόκειται λοιπόν για γνήσιο δικαίωμα και μάλιστα για ένα γενικό δικαίωμα ελευθερίας (γενική ελευθερία ενέργειας) που συμπληρώνει την παρεχόμενη από τα άλλα δικαιώματα προστασία της προσωπικότητας.

Η συμπληρωματική αυτή λειτουργία δεν αναιρεί βέβαια την υφιστάμενη σχέση ειδικότητας μεταξύ του άρθρου 5 παρ. 1 και των δικαιωμάτων ιδίως προσωπικής ελευθερίας με την ευρεία έννοια (άρθρα 5, παρ. 2-4, 6, 7, 9, 19 Συντ.) ή ελευθερίας γνώμης και πνευματικής κίνησης γενικά (άρθρα 13, 14, 15, 16 Συντ.). Επομένως η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 Συντ. καθίσταται κρίσιμη πέρα από το πεδίο εφαρμογής των ειδικότερων αυτών διατάξεων.

…

Πρέπει να σημειωθεί ότι στη Γερμανία έχει διεξαχθεί εκτεταμένη συζήτηση για το αν ως «ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας» οφείλει να γίνει αντιληπτή η ανθρώπινη ελευθερία στην ευρύτατη έννοια της ή μόνο ένας πυρήνας της προσωπικότητας, ταυτισμένος με την ύπαρξη του ανθρώπου ως ηθικού και πνευματικού προσώπου. Το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο τάσσεται υπέρ της πρώτης εκδοχής, με τη σκέψη ότι, αν επρόκειτο μόνο για τον πυρήνα της προσωπικότητας, τότε θα έμεναν ανεξήγητα τα όρια που προβλέπει το άρθρο 20 παρ. 1 του θεμελιώδη Νόμου για την ανάπτυξή της (συνταγματική τάξη, ηθικός νόμος, δικαιώματα τρίτων). Και τούτο διότι στην περιοχή του πυρήνα αυτού δεν νοείται καν αντίθεση προς τα παραπάνω. Συνεπώς, συνεχίζει η συλλογιστική αυτή, εφόσον μια περιοχή ανθρώπινης δραστηριότητας δεν προστατεύεται συνταγματικά από μια ειδικότερη διάταξη, το άτομο μπορεί να επικαλεσθεί έναντι επεμβάσεων της δημόσιας εξουσίας στην ελευθερία του τη γενικής σημασίας διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του θεμελιώδη Νόμου. Υπό τα ελληνικά δεδομένα η ερμηνευτική αυτή εκδοχή, η οποία πάντως αμφισβητείται έντονα στη γερμανική θεωρία, πρέπει να θεωρηθεί ως επικρατέστερη, διότι το άρθρο 5 παρ. 1 Συντ. δεν περιορίζεται στην κατοχύρωση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, αλλά αναφέρεται ρητά και στη συμμετοχή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας.

Το δικαίωμα του άρθρου 5 παρ. 1 Συντ. αποκτά έτσι, πέρα από την αμυντική, και μια ενεργητική – συμμετοχική διάσταση. Ωστόσο σειρά άλλων συνταγματικών διατάξεων θεσπίζει ρητά συγκεκριμένες μορφές συμμετοχής στην πολιτική (π.χ. άρθρα 51 παρ. 3, 55 παρ. 1, 69 εδ. β’, 102 παρ. 2 κ.ά.) και στην κοινωνική ζωή (π.χ. άρθρα 11 παρ. 1, 12 παρ. 1, 23 παρ. 1 κ.ά.). Προνομιακό επομένως πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 παρ. 1 μένει η οικονομική δραστηριότητα και δεν είναι τυχαίο ότι σ’ αυτήν αναφέρονται οι περισσότερες σχετικές δικαστικές αποφάσεις.

Ως προσωπικότητα νοείται εδώ «το σύνολο των ιδιοτήτων, ικανοτήτων και καταστάσεων, που αφενός μεν προκύπτουν από την υπόσταση του ανθρώπου ως έλλογου και συνειδητού όντος, αφετέρου δε εξατομικεύουν ένα συγκεκριμένο πρόσωπο». Πρόκειται για έννοια ευρύτερη από εκείνη της νομικής προσωπικότητας, της ικανότητας δηλ. του να είναι κανείς υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, την οποία πάντως προϋποθέτει και κατοχυρώνει καταρχήν για τον καθένα (πρβλ. και παραπάνω, § 4, Α). Η προσωπικότητα με την έννοια του άρθρου 5 παρ. 1 Συντ. έχει μια σειρά από επιμέρους εκφάνσεις ή εκδηλώσεις, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Πέρα από το ζήτημα της κατοχύρωσης όλων αυτών των εκδηλώσεών της η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας θέτει βέβαια και το ζήτημα της διασφάλισης των απαραίτητων υλικών όρων και συνθηκών, θα μπορούσε λοιπόν να υποστηριχθεί ότι όσοι κατοικούν ή διαμένουν στην ελληνική επικράτεια έχουν έναντι του κράτους την αξίωση να τους διασφαλίσει τουλάχιστον στοιχειώδη τροφή, ένδυση και στέγαση. Τούτο θα προσέκρουε όμως στις ίδιες πραγματικές και νομικές δυσχέρειες όπως και η αναγνώριση αγώγιμων αξιώσεων με βάση τα κοινωνικά δικαιώματα.

β. Η τριάδα των περιορισμών

Είναι πρόδηλο ότι η απεριόριστη κατοχύρωση γενικά της ανθρώπινης ελευθερίας θα μπορούσε να καταλήξει στην αυθαιρεσία και την αναρχία. Την απαραίτητη λοιπόν οριοθέτηση της επιχειρεί το Σύνταγμα μέσω της τριάδας των περιορισμών του άρθρου 5 παρ. 1: Μη προσβολή των δικαιωμάτων των άλλων, μη παραβίαση του ίδιου του Συντάγματος και των χρηστών ηθών.

…

γ. Φορείς και αποδέκτες

Φορέας του δικαιώματος για ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας είναι ο καθένας, δηλαδή τόσο οι ημεδαποί όσο και οι αλλοδαποί, αν και ως προς τους τελευταίους ο νομοθέτης μπορεί να θεσπίσει ευνοϊκές ή δυσμενείς διακρίσεις (π.χ. απαγόρευση βιομηχανικών εγκαταστάσεων και επενδύσεων από αλλοδαπό νομικό πρόσωπο σε παραμεθόριες περιοχές, απαγόρευση διορισμού αλλοδαπού ως δικηγόρου), αφού αυτοί δεν προστατεύονται από το άρθρο 4 παρ. 1 Συντ. Πρέπει να επισημανθεί ότι δικαίωμα για ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους έχουν καταρχήν και όσοι, κατά την παραδοσιακή ορολογία, τελούν σε «ειδική σχέση» προς την κρατική εξουσία (βλ. παραπάνω, § 4, Β). Κρίθηκε π.χ. ότι, όταν οι αποδιδόμενες σε στρατιωτικό ή αστυνομικό υπάλληλο πράξεις (σύναψη ερωτικού δεσμού με έγγαμο) ανάγονται αποκλειστικά στη σφαίρα των προσωπικών σχέσεων, για να στοιχειοθετηθεί πειθαρχικό παράπτωμα θα πρέπει αυτές να είχαν επίδραση στην υπηρεσία.

Εξάλλου ιδίως σε ό,τι αφορά την ενεργητική διάσταση του δικαιώματος, δηλ. τη συμμετοχή στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, φορείς μπορούν να είναι και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Για τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αντίθετα δεν τίθεται καταρχήν παρόμοιο θέμα, καθώς αυτά έχουν συγκεκριμένες αρμοδιότητες που προβλέπονται συνήθως στον ιδρυτικό τους νόμο. Τέλος είναι προφανές ότι κανένα νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να αξιώσει προστασία του πυρήνα του δικαιώματος του άρθρου 5 παρ. 1 Συντ., καθώς αυτή προσιδιάζει, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν, μόνο σε φυσικά πρόσωπα.

Αποδέκτες, από την άλλη πλευρά, της ισχύος του δικαιώματος μπορούν να είναι, εκτός από την κρατική εξουσία στις διάφορες μορφές της (βλ. παραπάνω, § 5, Α), και οι ιδιώτες. Εάν αποδέκτης ήταν αποκλειστικά η κρατική εξουσία, τότε η αναφορά του άρθρου 5 παρ. 1 Συντ. στα «δικαιώματα των άλλων» είναι αμφίβολο αν θα είχε πρακτική σημασία. Εξάλλου τα δικαιώματα αυτά δεν αποτελούν, όπως προαναφέρθηκε, έναν απόλυτο περιορισμό για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, καθώς τούτο θα ισοδυναμούσε με ανύψωσή τους σ’ ένα υπερσυνταγματικό επίπεδο τυπικής ισχύος, αλλ’ αξιώνουν την πρακτική εναρμόνισή τους με την προστασία της προσωπικότητας. Υποστηρίζεται πάντως και η αντίθετη άποψη.

δ. Προστατευόμενες επιμέρους εκδηλώσεις της προσωπικότητας

Ως προστατευόμενες επιμέρους εκδηλώσεις της προσωπικότητας, εκτός από την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία, για τις οποίες θα γίνει λόγος παρακάτω, θα μπορούσαν να καταγραφούν οι εξής:

…

Η ελευθερία να παρουσιάζεσαι στους άλλους όπως θέλεις μπορεί να θεωρηθεί κι αυτή ως μια από τις όψεις της προστασίας της προσωπικότητας. Τούτο σημαίνει ότι ο καθένας αποφασίζει μόνος του εάν, πώς και σε ποιο βαθμό θέλει να παρουσιάζεται δημόσια η εικόνα της ζωής του γενικά ή έστω ορισμένες πλευρές της. Αυτή η ελευθερία βέβαια βρίσκει κατά βάση έρεισμα στην ειδικότερη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1 Συντ. (απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής). Το άρθρο 5 παρ. 1 Συντ. έχει έναν συμπληρωματικό ρόλο για τις περιπτώσει που δεν καλύπτονται από το άρθρο 9 παρ. 1. Έτσι η διάπραξη ενός ποινικού αδικήματος καταρχήν δεν ανάγεται στον ιδιωτικό βίο του κατηγορουμένου. Παρόλα αυτά ο δημόσιος διασυρμός του τελευταίου, χωρίς μάλιστα να έχει προηγηθεί καταδίκη, με την τηλεοπτική μετάδοση της εικόνας του με χειροπέδες κατά την προσαγωγή του στον ανακριτή, προσβάλλει κατά αντισυνταγματικό τρόπο την προσωπικότητά του. Εξάλλου το άρθρο 35 παρ. 4α ν. 2172/1993 καθιστά αξιόποινη πράξη την τηλεοπτική μετάδοση, φωτογράφηση κ.λπ. προσώπου που προσάγεται σε δικαστικές, εισαγγελικές ή αστυνομικές αρχές, αν δεν συναινεί ρητά το ίδιο. Γενικότερα μάλιστα γίνεται δεκτό ότι η αποτύπωση της εικόνας προσώπου με φωτογράφηση ή άλλον τρόπο και η έκθεσή της δημόσια χωρίς τη συναίνεση ή έγκρισή του αποτελεί καθεαυτή παράνομη προσβολή της προσωπικότητας, εκτός αν ο εικονιζόμενος αποτελεί πρόσωπο που ενδιαφέρει το κοινωνικό σύνολο, οπότε στη στάθμιση των συγκρουόμενων συμφερόντων (και την επιδίκαση αποζημίωσης για ηθική βλάβη) λαμβάνεται τούτο υπόψη».