ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Μας γνωστοποιούνται από τον Ιατρικό Σύλλογο Κεφαλληνίας τα εξής:
«Ο συνάδελφος ___________ του ________, γεννηθείς το _____, έχει υποβάλλει αίτηση εγγραφής στον σύλλογο μας. Με βάση τα λεγόμενα του έπρεπε να ήταν εγγεγραμένος στον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών οπότε και απευθυνθήκαμε για μεταγραφή. Ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών απαντάει, ότι ο εν λόγω ιατρός έχει διαγραφεί και δεν δύναται να προχωρήσει σε εγγραφή του -όταν είχε κάνει αίτημα- γιατί είχε περάσει πενταετία από την διαγραφή του. Ύστερα από διαμαρτυρία του εν λόγω ιατρού απευθυνθήκαμε στην περιφέρεια Ιονίων νήσων τμήμα Υγιεινής η οποία με την σειρά της απευθύνθηκε στην Περιφέρεια Αττικής Γενική Διεύθυνση Υγείας η οποία δεν μας ξεκαθαρίζει τι πρέπει να κάνουμε αναφορικά με την εγγραφή του Ιατρού και τι βάση πρέπει να δώσουμε στο έγγραφο του ΙΣΑ.
Σας παρακαλούμε με βάση την εμπειρία και την γνώση σας να μας βοηθήσετε να λάβουμε μια απόφαση αν και κατά πόσο ο εν λόγω ιατρός δικαιούται να εγγραφεί στον σύλλογο μας ως χειρουργός ιατρός ή απλά ιατρός ή καθόλου. Σας επισυνάπτουμε τα έγγραφα αλληλογραφίας με τις υπηρεσίες».
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Στην περίπτωση του αιτούντος, με την πάροδο της πενταετίας από τη διακοπή του από τον οικείο Ιατρικό Σύλλογο, ήτοι την 31.12.1993 η άδεια ανακλήθηκε αυτόματα και άνευ άλλου σύμφωνα με την ως άνω διάταξη της παρ. 2 άρθρου 7 Α.Ν. 1565/1939. Ο αιτών υπερβαίνει το πενταετές διάστημα μη άσκησης εφόσον έχει, κατά τα ανωτέρω, 19 έτη μη ενεργούς άσκησης της ιατρικής και της χειρουργικής ειδικότητας.
Προκειμένου ο γιατρός να επανέλθει στη δράση θα πρέπει ο γιατρός, σωρευτικά -και όχι διαζευκτικά-, α. να υποβληθεί ο γιατρός σε ετησία άσκηση (ο νόμος δεν θέτει κριτήρια πώς θα γίνει αυτή η άσκηση, με το σημερινό δε καθεστώς, μετά τη θέσπιση της νομοθεσίας του ΕΣΥ, Ν. 1397/1983) προφανώς απαιτείται να κάνει αίτηση για ετήσια εξειδίκευση σε τμήμα χειρουργικής νοσοκομείου), β. να δώσει τις αναγκαίες εξετάσεις για την ειδικότητα της Χειρουργικής σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει σήμερα και γ. πρέπει το ΑΠΣΙ να βεβαιώσει, ως όργανο ουσίας, ότι ο γιατρός παρουσιάζει πλέον τις αναγκαίες εγγυήσεις για άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος.